Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2016

Αγ. Μάξιμος ο Ομολογητής - Μυσταγωγία (ΙΖ'-ΙΗ'-ΙΘ')

Μυσταγωγία (στην δημοτική)

Εισαγωγὴ - Σχόλια: πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Στανιλοάε,
Μετάφραση: Ἰγνάτιος Σακαλὴς.
ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1997.



ΙΖ'. Τίνος σύμβολο εἶναι ὁ θεῖος ἀσπασμὸς

Κι ὁ πνευματικὸς ἀσπασμός, ποὺ ἀπευθύνεται σ' ὅλους, εἶναι πρότυπο καὶ προδιαγραφὴ τῆς ὁμόνοιας, τῆς ὁμοφροσύνης ὅλων μεταξύ τους καὶ τῆς λογικῆς ταυτότητας, ποὺ θὰ πραγματοποιηθῆ τὸν καιρὸ τῆς ἀποκάλυψης τῶν μελλοντικῶν ἀνείπωτων ἀγαθῶν, ποὺ ἀποτελεῖ προσδοκία πίστης κι ἀγάπης. Ἐξαιτίας τῆς ἀποκάλυψης αὐτῆς οἰκειώνονται οἱ ἄξιοι τὸ Λόγο καὶ Θεό. Γιατί τὸ στόμα εἶναι τοῦ λόγου σύμβολο καὶ γιὰ τοῦτο ἀκριβῶς ὅλοι ὅσοι ἔχουν κοινωνήσει τὸ λόγο, σὰν λογικοί, μετέχουν σ' ὅλα καθὼς καὶ στὸν πρῶτο καὶ μοναδικὸ Λόγο, τὸν αἴτιο κάθε λόγου.(60) 

ΙΗ'. Τί σημαίνει τὸ θεῖο σύμβολο τῆς πίστεως

Ἡ ὁμολογία πάλι τοῦ θείου συμβόλου τῆς πίστεως, ποὺ γίνεται ἀπὸ ὅλους, προδηλώνει τὴ μυστικὴ εὐχαριστία, ποὺ θὰ κάνωμε στὴν ἄλλη ζωή, γιὰ τοὺς θαυμαστοὺς λόγους καὶ τρόπους τῆς πάνσοφης Πρόνοιας τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς.(61) Μὲ τὴν Εὐχαριστία αὐτὴ οἱ ἄξιοι παρουσιάζουν τὸν ἑαυτό τους νὰ εὐγνωμονῆ γιὰ τὴ θεία εὐεργεσία. Κι ἔξω ἀπ' αὐτὴ δὲν ἔχουν τίποτ' ἄλλο ν' ἀντιπροσφέρουν γιὰ κάθε ἕνα ἀπὸ τὰ ἄπειρα θεῖα ἀγαθὰ ποὺ ἔχουν δεχθῆ. 

ΙΘ'. Τί σημαίνει ἡ δοξολογία τοῦ Θεοΰ μὲ τὸν Τρισάγιο ὕμνο

Ἡ τριπλῆ τώρα ἀναφώνηση τοῦ «Ἅγιος», ποὺ περιέχει ἡ ἱερὴ ὑμνολογία, ἀπὸ μέρους ὅλου τοῦ πιστοῦ λαοῦ, δείχνει τὴν ἕνωση καὶ ἰσοτιμία μας μὲ τὶς ἀσώματες καὶ νοερὲς δυνάμεις, ποὺ θὰ φανῆ στὸ μέλλον. Μὲ αὐτήν, σὲ συμφωνία μὲ τὶς ἄνω δυνάμεις ἐξαιτίας τῆς ταυτότητας τῆς σταθερῆς γύρω ἀπὸ τὸ Θεὸ ἀεικινησίας, θὰ μάθη ἡ ἀνθρώπινη φύση νὰ ὑμνῆ καὶ ν' ἁγιάζη μὲ τρεῖς ἁγιαστικὲς ἀναφωνήσεις τὴν τρισυπόστατη καὶ ὅμως μία θεότητα.(62) 

Ὑποσημειώσεις

60. Ὁ ἀσπασμὸς μέσα στὴν παγκόσμια καὶ ἐσχατολογικὴ ἐξήγηση, προεικονίζει τὴ συμφωνία καὶ τὴν ὁμοφροσύνη τῶν πιστῶν μέσα στὴν αἰώνια ζωὴ καὶ τὴν ταυτότητα τοῦ λόγου τους. Σὲ ὅλα μέσα θὰ ὑπάρχη ὁ ἴδιος λόγος. Μὲ τὸ λόγο δὲν ἐννοοῦμε, ὅπως εἴπαμε, τὴ λειτουργία νὰ ὁρίζωμε τὴν καθεμιὰ ἔννοια καὶ τὸν καθαρὰ λογικὸ δεσμὸ μεταξύ τους, ἀλλὰ τὴ θεωρία τοῦ κοινοῦ κι ἀνώτατου νοήματος ὅλων. Ἡ ταυτότητα αὐτὴ θὰ πραγματοποιηθῆ, γιατί τότε θὰ φανερωθοῦν ὅλες οἱ μορφὲς τῆς ἀνέκφραστης μελλοντικῆς ἀγαθότητας, ποὺ μέσα στὸ φῶς τους θὰ βροῦν τὸ νόημά τους καὶ τὰ πράγματα τῆς δημιουργίας. Θὰ εἶναι συνάμα μιὰ συμφωνία καὶ μιὰ ταυτότητα, καρπὸς ἀγάπης. Ἀγαπιοῦνται καὶ μεταξὺ τους ὅσοι μὲ τὸν ἴδιο τρόπο βλέπουν καὶ ἀγαποῦν ὅ,τι βλέπουν, καὶ ἀντίστροφα. Αὐτὴ ἡ ταυτότητα δὲ θὰ ἀποκλείση οὔτε τὴν πίστη, γιατί τὸ κοινὸ κι ἀνώτατο νόημα ὅλων μὲ ὅλη τὴν τέλεια λογικότητά του, εἶναι συνάμα πέρα ἀπὸ κάθε ἀπόδειξη καὶ κατανόηση. Αὐτὸ τὸ νόημα πιστεύεται γιὰ τὸ ἀκατανόητο καὶ ἀπέραντο βάθος του, ἀλλὰ ταυτόχρονα εἶναι δοσμένο καὶ σαφὲς σ' αὐτὸ τὸ ἀβυσσαλέο βάθος. Μέσα στὴν ταυτότητα τοῦ λόγου τους ἢ τὴν ἀναμφισβήτητη συμφωνία ὅλων πάνω στὸ κοινὸ κι ἀνώτατο νόημα ὅλων, οἱ πιστοὶ συναντιοῦνται μὲ τὸ θεῖο Λόγο, Λόγο καὶ ταυτόχρονα ὑπέρτατη Ἀγάπη. Αὐτὸς δημιουργεῖ τὴν ταυτότητα τοῦ λόγου τους, ποὺ εἶναι ἀκόμα ἡ συμφωνία μέσα στὴν ἀγάπη• ἢ μέσα στὴν ἕνωση μὲ τὸ θεῖο Λόγο δημιουργεῖται ἡ ταυτότητα τῶν λόγων τους. Ὁ λόγος εἶναι ταυτόχρονα ἡ λειτουργία ποὺ συλλαμβάνει τὰ νοήματα (τοὺς λόγους) γιὰ νὰ τὰ μεταδώση στοὺς ἄλλους. Γι' αὐτό, στὴν ἑλληνική γλῶσσα, λόγος σημαίνει τόσο τὴ σκέψη, ὅσο καὶ τὴ λέξη. Τὰ νοήματα ἔχουν τὴ λειτουργία τοῦ συνδέσμου σὰν κοινοῦ φωτός. Ἔχουν ἕνα διαπροσωπικὸ χαρακτῆρα. Περιέχουν τὴ συνειδητὴ καὶ δυνάμει κοινωνία, -ἀφοῦ εἶναι ἕνας δεσμὸς ὀντολογικός- καὶ ὠθοῦν πρὸς μιὰ συνειδητὴ καὶ ἐνεργείᾳ πραγματικὴ κοινωνία. Στὸ μέτρο ποὺ οἱ ἄνθρωποι γίνονται πιὸ λογικοί, προχωροῦν σὲ μιὰ κοινωνία συνειδητή. Μέσα στὴν ἐσχατολογικὴ ταυτότητα τοῦ λόγου ὅλων, μέσα στὴν πληρότητα τῶν λόγων τῶν πραγματικοτήτων, θὰ περιέχεται καὶ ἡ μετάδοση ἀνάμεσα σ' ὅλους τοῦ ὁλοκλήρου νοήματος, ἐκείνου ποὺ περιέχει ὅλα τὰ νοήματα, θὰ πραγματοποιηθῆ ἡ κοινωνία ὅλων μέσα στὸ Χριστό, τὸ Λόγο ἢ τὸ ἀνερμήνευτο νόημα ὅλων. Θ' ἀποτελεσθῆ ἔτσι ἡ αἰώνια φανέρωση τῆς ὡλοκληρωμένης συμφωνίας, γιατί τὸ νόημα θὰ εἶναι ταυτόχρονα κατανοητὸ καὶ αἰώνια ἀκατανόητο καὶ ἀνεξάντλητο. Τὰ στόματα ποὺ φιλιοῦνται κατὰ τὴ θεία Λειτουργία μὲ τὸ νὰ ἑνώνωνται μεταξύ τους, παρουσιάζουν τὸ λόγο ὅλων γινωμένο ἕνα, κι αὐτὸς ὁ λόγος περιέχει μέσα του τοὺς λόγους ὅλων. Οἱ πιστοὶ ἐκφράζονται συνάμα σὰν ἕνας καὶ σὰν πολλοί. Μ' αὐτὸ τὸν ἕνα λόγο, μέσα στὸν ὁποῖο βρίσκονται οἱ λόγοι ὅλων, μ’ αὐτὸ τὸ ἕνα νόημα, μέσα στὸ ὁποῖο ἐκδηλώνονται ἐνεργητικὰ τὰ νοήματα ὅλων, οἱ πιστοί, σὰν ὄντα ὁμιλοῦντα καὶ λογικά, δείχνουν ὅτι αὐξάνουν ἀπὸ κοινοῦ μέσα στὸν πρῶτο καὶ μοναδικὸ καὶ ὑπέρτατο προσωπικὸ Λόγο. Κι αὐτὸ ἀποτελεῖ ἕνωση ὄχι μόνο μέσα στὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ καὶ μέσα στὴν ἀγάπη.

61. Ἀπὸ τὴν ἐσχατολογικὴ ἐξήγηση τοῦ συμβόλου τῆς πίστεως, ποὺ ἀπαγγέλλεται ἀπὸ ὅλους, πρέπει νὰ συγκρατήσωμε τρία πράγματα. Πρῶτα, ὅτι ἡ ἀνέκφραστη εὐχαριστία τοῦ μέλλοντος αἰῶνος θ' ἀναφέρεται στοὺς λόγους καὶ στοὺς παραδοξικοὺς τρόπους τῆς θείας Πρόνοιας, μὲ τοὺς ὁποίους ἔχομε σωθῆ. Δεύτερο, ὅτι αὐτὴ ἡ εὐχαριστία, μὲ τὴν ὁποία οἱ δίκαιοι θὰ δείχνουν τὴν εὐγνωμοσύνη τους γιὰ τὶς θεῖες εὐεργεσίες ποὺ τοὺς ἔγιναν, θὰ εἶναι τὸ μόνο πρᾶγμα ποὺ θὰ προσφέρουν στὸ Θεὸ σ' ἀντάλλαγμα τῶν ἀγαθῶν ποὺ θὰ τοὺς δώση. Καὶ τρίτο, ὅτι τὰ ἀγαθὰ ποὺ θὰ δεχθοῦν θὰ εἶναι ἄπειρα. Ἐδῶ ὁ ἅγιος Μάξιμος κάνει τὴ συνηθισμένη του διάκριση ἀνάμεσα στοὺς λόγους καὶ τοὺς τρόπους, ἀνάμεσα στὴν ἀμετάβλητη ὀντολογικὴ βάση μιᾶς πραγματικότητας καὶ στὶς ποικίλες μορφές, ἀπὸ τὶς ὁποῖες περνᾶ αὐτὴ ἡ βάση ἢ στὶς δυνατότητες ποὺ ἔχει νὰ χρησιμοποίηση. (P. Sherwood. The Earlier Ambigua of St. Maxime the Confessor σ. 155 -166). Ὁ ἅγιος Μάξιμος δηλώνει ὅτι εἶναι παραδοξικοὶ τόσο οἱ λόγοι, ὅσο κι οἱ τρόποι, μὲ τοὺς ὁποίους ὁ Θεός μᾶς ἔχει σώσει. Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε στὴν περίπτωση αὐτή, ὅτι οἱ λόγοι ποὺ βρίσκονται στὴ βάση τῆς σωτηρίας μας, εἶναι οἱ πραγματικότητες ἢ τὰ κίνητρα γιὰ καὶ μὲ τὰ ὁποῖα ὁ Θεὸς ὁδηγεῖται νὰ μᾶς σώση. Ἡ κύρια ἀνάμεσα σ' αὐτὲς τὶς πραγματικότητες εἶναι ὁ σαρκωμένος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ κύριο ἀπὸ τὰ κίνητρα αὐτὰ εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς ἐμᾶς, δημιουργήματα ἀσήμαντα. Μέσα σ' αὐτὴ τὴν πραγματικότητα καὶ σ' αὐτὴ τὴν ἀγάπη, ὑπάρχει ἕνας λόγος, ἕνας πολὺ ὑψηλὸς λόγος. Μὰ ἀκριβῶς ἐπειδὴ εἶναι τόσο ὑψηλός, ξεπερνᾶ τοὺς λόγους μας, τὸ νόημα μέσα στὸ ὁποῖο κατανοοῦμε ἐμεῖς ἕνα πρόσωπο καὶ τὴν ἀγάπη. Οἱ νέοι καὶ παραδοξικοὶ τρόποι ἐφαρμογῆς αὐτοῦ τοῦ λόγου εἶναι ὁ θάνατος καὶ ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ γιά μᾶς. Ἐννοοῦμε ὅτι αὐτοὶ οἱ τρόποι δὲν ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸ λόγο τῆς ἀγάπης του, μὲ τὴν ὁποία νοοῦνται. Ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ οἱ τρόποι ξεπερνοῦν τὴν κατανόησή μας σὰν μιὰ ἀνώτερη ἐφαρμογὴ τῆς ἀνώτατης ἀγάπης του. Μὲ τὴν ὁμολογία πίστεως μέσα σ' αὐτοὺς τοὺς ἀκατανόητους λόγους καὶ τρόπους, ἐκφράζομε μὲ τὸν πιὸ ἔγκυρο τρόπο τὴν εὐγνωμοσύνη μας στὴ μεγαλωσύνη τῆς δύναμης καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὑπερβάλλει κάθε δύναμη καὶ κάθε ἀγάπη. Καὶ ἡ εὐγνωμοσύνη αὐτὴ εὶναι τὸ καλύτερο ποὺ μποροῦμε νὰ προσφέρωμε στὸ Θεὸ σ’ ἀντάλλαγμα τῶν εὐεργεσιῶν του. Μόνο ποὺ φαίνεται ὅτι αὐτὴ ἡ εὐγνωμοσύνη δὲν ἀντιπροσωπεύει μιὰ ἐνεργητικὴ δική μας προσφορά, ἀντίστοιχη στὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, δὲν εἶναι ὡστόσο μιὰ κατάσταση καθαρὰ παθητική, ἀλλὰ μιὰ ἐνεργητικὴ ἀπάντηση σ' αὐτὲς καὶ μὲ κάποιο τρόπο μιὰ ἀπάντηση στὸ μέτρο τους. Γιατί ἡ εὐγνωμονοῦσα ψυχὴ πιστεύει κατὰ τὸ μέτρο τῶν εὐεργεσιῶν ποὺ ἔχει δεχθῆ καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀποκαλύπτονται πάντοτε μεγαλύτερες. Πιστεύει κατὰ τὸ μέτρο τους, ὁμολογῶντας τες πάντοτε σύμφωνα μὲ τὴν ἀποκάλυψή τους καί, γι' αὐτό, ἀπαντῶντας μὲ τὴν ἀντίστοιχη κατανόηση κι ἀγάπη. Σὲ τελευταία ἀνάλυση ἡ οὐσία τῶν δώρων τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνο πού μᾶς φέρνει τὴ μεγαλύτερη εὐτυχία, τὴν εὐτυχία τὴν ἀνέκφραστη, εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἀπαντοῦμε σ' αὐτὴ τὴν ἀγάπη μὲ τὴν ἀγάπη μας, ποὺ εἶναι ἡ ἀντανάκλαση τῆς ἀγάπης του σ' ἐμᾶς καὶ ποὺ δείχνεται μέσα στὴν κατανόηση τοῦ μεγαλείου της ἀγάπης του γιὰ μᾶς. Ἡ αἰώνια ὁμολογία τοῦ συμβόλου τῆς πίστεως θὰ εἶναι ἡ ἀπόδειξη τῆς αἰώνιας κι ὁλοένα βαθύτερης κατανόησης ὅλων τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ γιὰ χάρη μας, ἡ ἀπόδειξη τῆς προσοικείωσης ἀπὸ μᾶς τῆς ἀγάπης του καὶ τῆς κατανόησης τοῦ μεγαλείου της, θὰ εἶναι ἡ ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης μας σὰν ἀπάντησης στὴν ἀγάπη του, ἡ ἀπόδειξη ὅτι ἡ ἀγάπη του πρὸς ἐμᾶς δὲν ἔμεινε χωρὶς ἀποτέλεσμα. Βέβαια θὰ κατανοοῦμε πάντοτε σ' ἄλλους βαθμοὺς τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ποὺ ὁμολογοῦνται μέσα στὸ Πιστεύω. Τὸ σύμβολο ποὺ ὁμολογοῦμε θὰ δείχνη πάντα νέες φωτεινὲς ἀπόψεις, μὴ προσιτὲς στὴ φαντασία, πρὶν γίνουν γνωστές. Κι ἔτσι θὰ ἐκφράζωμε ἐξάρσεις τῆς ἀγάπης μας πρὸς τὸ Θεὸ ποὺ δὲ φανταστήκαμε πιὸ πρίν. Τὰ ἄπειρα θεῖα ἀγαθὰ τῆς μέλλουσας ζωῆς θὰ δίνουν στὴν κατανόησή μας καὶ στὴν ἐρωτικὴ εὐγνωμοσύνη μας, ἐκφρασμένες μέσα στὸ σύμβολο τῆς πίστεως, μιὰ ἀπεραντοσύνη, αὐξανόμενη διαρκῶς πρὸς τὸ ἄπειρο κι ἕνα εἶδος βίωσης τῆς ἀπεραντοσύνης τους σὲ κάθε βαθμό, ὄχι βέβαια χάρη στὴν πεπερασμένη φύση μας, ἀλλὰ στὴν ἱκανότητά τους ν' ἀνοίγωνται πρὸς τὸ ἄπειρο καὶ ν' ἀντανακλοῦν τὸ ἄπειρο.

62. Ἡ ἐσχατολογικὴ ἑρμηνεία τοῦ Τριαδικοῦ Ὕμνου τῆς ἁγιότητας τοῦ Θεοῦ, ποὺ προσφέρει ὅλος ὁ λαὸς ἀγγέλλει τὴ μέλλουσα ἀποκάλυψη τῆς ἕνωσής του καὶ τῆς ἰσότητάς του σὲ τιμὴ μὲ τὶς ἀσώματες καὶ νοητὲς δυνάμεις. Ἡ ἕνωση καὶ ἡ ἰσότητα αὐτὴ θὰ ἐκδηλώνωνται μέσα στὴν ταυτότητα τῆς αἰώνιας ἀμετάβλητης κίνησης γύρω ἀπὸ τὸ Θεό, μέσα στὴν ὁποία οἱ ἄνθρωποι θὰ ὑμνοῦν ἀπὸ κοινοῦ μὲ τοὺς ἀγγέλους τὴν ἁγιότητα τῆς τρισυπόστατης, μιᾶς θεότητας. Ἡ αἰώνια κίνηση γύρω ἀπὸ τὸ Θεὸ ὑποδηλώνει τὴ ζωὴ τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν δικαίων ποὺ θὰ συνίσταται στὸ γεγονός, ὅτι δὲ θὰ σταματήσουν νὰ θεωροῦν καὶ ν' ἀγαποῦν τὴ θεία ἀπεραντοσύνη• καὶ ἡ ἀκινησία ὑποδηλώνει τὴν παραμονὴ δίχως πτώση, μέσα σ' αὐτὴ τὴ θέα καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ ἡ μεταβολὴ (τροπή) σημαίνει τὴν πτώση κάποιου ἀπὸ τὸ λόγο τῆς φύσης του, ἡ ἀμετάβλητη κίνηση γύρω ἀπὸ τὸ Θεὸ εἶναι ἡ κίνηση ἡ σύμφωνη μὲ τὴ φύση, ποὺ τελειοποιεῖ τὴ φύση. Γιατί εἶναι μιὰ ἀνάπτυξη τῶν θετικῶν δυνατοτήτων τῆς φύσης. Εἶναι αὐτὸ ποὺ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης καί, ἔπειτ' ἀπ' αὐτόν, ὁ ἅγιος Μάξιμος ὀνομάζουν «στάση κινούμενη καὶ κίνηση σταθερή» (P. Sherwood, ὅπου παραπάνω σ. 194).

Συνεχίζεται


Δεν υπάρχουν σχόλια: