Παρασκευή 8 Αυγούστου 2014

ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ (20)


Συνεχίζεται από: Δευτέρα, 28 Ιουλίου 2014

ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ 

IV. ΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ.  
Του Hans-Georg Gadamer.


                Ένα άλλο θέμα που μου ζητήθηκε να αναπτύξουμε αφορά την σχέση ανάμεσα στην Φυσική και την Μεταφυσική στον Αριστοτέλη. Και σχετικά μ'αυτό το θέμα αξίζει να επαναφέρουμε στην μνήμη μας, την διάκρισή του Γαλιλαίου ανάμεσα στον Αριστοτέλη και τον Αριστοτελισμό. Στον "Διάλογο πάνω στα δύο μεγαλύτερα συστήματα του κόσμου" ο Γαλιλαίος δηλώνει ότι ο Σιμπλίκιος είναι πολύ μακριά από το πνεύμα του μεγάλου Αριστοτέλη. Αλλά το σημείο από όπου θέλω να ξεκινήσω την ανάπτυξη είναι ένα άλλο: Ποιος είναι διατεθειμένος σήμερα να ισχυρισθεί πώς υπάρχει μία σχέση ανάμεσα στην Φυσική και την Μεταφυσική; Κανείς. Είναι κοινός τόπος ότι η Επιστήμη είναι το αντίθετο της μεταφυσικής. Κατά την άποψη αυτή είμαστε το προϊόν του θετικισμού του '800, του Αγγλικού εμπειρισμού, ίσως δε ακόμη και του κριτικισμού του Καντ-αλλά ενός Καντ, ας είμαστε ακριβείς, ακρωτηριασμένου, διότι δεν κατέστρεψε την μεταφυσική, αλλά την έθεσε σε νέες βάσεις.
                Έτσι λοιπόν, αυτό είναι το πρώτο σημείο: για μας η Φυσική είναι η μοντέρνα πειραματική Φυσική, ενώ για τον Αριστοτέλη είναι η ανάλυση των αρχών του Φυσικού όντος. Γι'αυτό και ο Αριστοτέλης βρίσκεται πιο κοντά στην βιολογία παρά στην Φυσική. Και γι'αυτόν τον λόγο η σύγχρονη έρευνα στην βιολογία μπορεί να βρει ακόμη πολλά ερεθίσματα από μερικές έννοιες του Αριστοτέλη, όχι μόνον στο πεδίο της μορφολογίας του ζώντος, αλλά και στο πεδίο της μοριακής βιολογίας. Εξ'άλλου ο Αριστοτέλης έχει ενδιαφέρον ακόμη και για την μοντέρνα Φυσική, από την στιγμή κατά την οποία αυτή δεν είναι πλέον μόνον μηχανική, του Γαλιλαίου, αλλά είναι και φυσική των σωματιδίων. Οι θεωρητικοί της ατομικής Φυσικής ενδιαφέρονται ιδιαιτέρως για της έννοιες σαν μορφή, λειτουργία, συμμετρία κ.τ.λ. οι οποίες είναι τυπικώς αριστοτελικές και οι οποίες δεν βρίσκουν τον χώρο τους στην κλασσική μηχανική. Σκέπτομαι τον Σρέντιγκερ, τον Χάιζενμπεργκ και τόσους άλλους Φυσικά δεν θέλω να πω πώς εθεωρούντο αριστοτελικοί. Θυμάμαι την συζήτηση που είχα μία μέρα με τον Σρέντιγκερ σχετικά με το θέμα. Εγώ υπερασπιζόμουν τον Αριστοτέλη, ισχυριζόμενος πώς η θεωρία του ατόμου του Σρέντιγκερ δεν διέφερε σε τίποτε από την Αριστοτελική σκέψη, και τότε ο Σρέντιγκερ, εκνευρισμένος, απάντησε: "Αριστοτέλης, Αριστοτέλης! Πού είναι στον Αριστοτέλη τα αποτελέσματα μίας πειραματικής έρευνας, που είναι ο μαθηματικός λογισμός; Όλα αυτά δεν υπάρχουν στον Αριστοτέλη". Ναι, ναι, είναι αλήθεια έλεγα με την σειρά μου, "αλλά όταν εσείς μιλάτε για τα αποτελέσματα των πειραμάτων σας ή για τις μετρήσεις των φαινομένων, όταν προσπαθείτε να εκφράσετε και να μεταδώσετε τις ανακαλύψεις σας, εγώ που προσπαθώ να κατανοήσω βρίσκομαι σε μία κατάσταση τέτοιας δυσκολίας, στην οποία όμως οι αριστοτελικές έννοιες μπορούν να με βοηθήσουν".
                Στ'αλήθεια όμως η επιστήμη, από την στιγμή που είναι κοινωνική επικοινωνία των αποτελεσμάτων της, πρέπει και αυτή να λογαριαστεί με το πρόβλημα της γλώσσας και της ερμηνείας. Σκεφθείτε πώς μιλά  Χάιντεκγερ - ο οποίος υπήρξε μεγάλος ποιητής ανάμεσα στα άλλα- ποιητικά για σωματίδια τα οποία αρπάζουν άλλα ή για σωματίδια τα οποία καταστρέφουν άλλα και ούτω καθεξής. Θυμάμαι πώς φοιτητής ακόμη είχα παρακολουθήσει μαθήματα Φυσικής στα οποία καταφεύγαμε στην εικόνα της κινήσεως στην επιφάνεια ενός μπαλονιού για να αποκτήσουμε την ιδέα της θεωρίας της σχετικότητος. Ακόμη και η επιστημονική έρευνα επομένως, η οποία δεν εκφράζεται συνήθως στην κοινή γλώσσα αλλά μόνον στην μαθηματική, πρέπει ας πούμε, να "προσαρμοστεί" όταν θέλει να μεταδώσει τα αποτελέσματά της. Αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει διότι και τα μαθηματικά είναι μία γλώσσα η οποία σαν τέτοια είναι μία προσέγγιση στην πραγματικότητα. Έκανα πολλές συζητήσεις με φίλους όπως ο Βέρνερ Χάιζενμπεργκ και ο Χάνς Γιενσεν (Jensen) και οι δύο βραβεία Νόμπελ, πάνω στο γεγονός πώς πίσω από την φαινομενική αντικειμενικότητα των μαθηματικών είμαστε πάντοτε εμείς που την χρησιμοποιούμε σαν γλώσσα, σαν προσέγγιση στην αποβλεπτικότητα, στην συνείσδηση, στο προ-τεθέν, στην πρό-θεση, στο προ-ούσιο του Πορφύριου, που είναι ο εαυτός ή το σύγχρονο υποκείμενο.
                Είναι ξεκάθαρος τώρα, νομίζω ο λόγος για τον οποίο λέω ότι η Φυσική του Αριστοτέλη είναι τόσο σπουδαία: μας βοηθά να κατανοήσουμε την διαφορά της αρχαίας επιστήμης από την μοντέρνα και το γεγονός πώς η μεταφυσική δεν ήταν εντελώς χωρισμένη από τις διάφορες επιστήμες.
                Αναφέραμε ήδη πώς στον Αριστοτέλη η Φυσική εισβάλλει συνεχώς σε κείνο το έδαφος το οποίο εμείς θεωρούμε ότι ανήκει στην μεταφυσική. Θα μπορούσα να προσθέσω κάτι παραπάνω: υπήρξε ποτέ μία Μεταφυσική του Αριστοτέλη σαν ένα έργο ολοκληρωμένο και αυτόνομο; Η ερμηνεία που δίνει ο Γαίγκερ (Jaeger) είναι μία τυπική ιστορικιστική σύνθεση! Είδε την πολλαπλότητα, την αποσπασματικότητα, τις εσωτερικές αντιφάσεις του κειμένου, και για να τις εξηγήσει κατασκεύασε μία "ιστορία" της σύνθεσης της σε σχέση με την εξέλιξη τής σκέψης τού Αριστοτέλη. Δυστυχώς όμως δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Ας πάρουμε για παράδειγμα το βιβλίο Λ, το οποίο θα εξετάσουμε στην συνέχεια. Όπως είναι γνωστό, προκάλεσε μία μακρόχρονη συζήτηση: είναι η πρώτη παρουσίαση του Αριστοτελικού συστήματος ή είναι ένα γραπτό της ωριμότητος; Δεν υιοθετώ, ούτε την μία ούτε την άλλη λύση. Ποιος είναι σε θέση να γνωρίζει την ακριβή χρονολογία των ιδεών του Αριστοτέλη: Η αλήθεια είναι πώς η Μεταφυσική δεν είναι παρά μία συλλογή γραπτών που δεν είχαν βρει θέση μέσα στα συμφραζόμενα της Φυσικής. Γι'αυτό δεν είμαι διατεθειμένος να ακολουθήσω τον Χάιντεγκερ όταν δηλώνει πώς ο Αριστοτέλης είναι ο στοχαστής ο οποίος μεταμόρφωσε την φιλοσοφία σε οντο-θεο-λογία. Είναι αλήθεια πώς στο βιβλίο Λ υπάρχουν στοιχεία που οδηγούν προς την σημασία μίας οντο-θεολογίας-το πρώτο κινούν που είναι η προυπόθεση της αιωνίου κινήσεως των ουρανών-αλλά η Μεταφυσική δεν είναι μόνον αυτό. Θυμάμαι μία συζήτηση που είχα νέος με τον Χάιντεγκερ, όταν διαβάσαμε μαζί το βιβλίο Γ. Ο Χάιντεγκερ σκεπτόταν πώς αυτό το βιβλίο δήλωνε ήδη μία απόκλιση του Αριστοτέλη, συγκρινόμενο με εκείνη την πλευρά της Φυσικής-μόνον μία πλευρά της, διότι ακόμη και η Φυσική στο σύνολό της ήταν μακριά από τα ενδιαφέροντα του Χάιντεγκερ-που τον έλκυε, η έννοια δηλαδή της "ενέργειας του δυνάμει όντος", που είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από την θεωρία της ουσίας. Είναι το όν (το Είναι) σαν γεγονός, σαν συμβάν, παρά ένα πράγμα που παραμένει ταυτόσημο στον εαυτό του. Γι'αυτό και στο ξεκίνημα των αναλύσεων μας προσπάθησα να δείξω αυτή την έννοια ανατρέχοντας στην θρησκευτική εικόνα της παρουσίας, που είναι η φανέρωση, η έλευση του Θείου, και όχι η απλή του παρουσία. Έτσι λοιπόν η σπουδαιότης της Φυσικής βρίσκεται ακριβώς στο γεγονός ότι είναι ένα ολοκληρωμένο έργο. Βεβαίως μπορούμε να βρούμε αντιφάσεις και στην Φυσική αλλά όχι σαν την Μεταφυσική, η οποία αποτελείται από γραπτά διαφόρου σπουδαιότητος, που προστέθηκαν μαζί σε διάφορες περιστάσεις και για διαφορετικούς σκοπούς. Όταν μελετούμε την Μεταφυσική δεν πρέπει να ξεχνούμε ποτέ αυτόν της τον χαρακτήρα, ότι δεν είναι δηλαδή μία ομογενής εργασία. Όπως επίσης δεν πρέπει να λησμονούμε την κατάσταση της Ακαδημίας τον καιρό που ο Αριστοτέλης επεξεργαζόταν τα μαθήματά του : υπήρχε μία κατεύθυνση του Ξενοκράτη, μία του Σπεύσιππου μία του Αριστοτέλη. Η "θεωρία των χωρισμένων ιδεών" για παράδειγμα είναι καθαρά μία επαναδόμηση αριστοτελική της πλατωνικής σκέψης. Και πράγματι ένας στοχαστής, ο οποίος δηλώνει πώς το αγαθό είναι σαν το κάλλος, το ωραίο, δεν θα μπορούσε στην συνέχεια να πει πώς οι ιδέες είναι χωριστές από το αισθητό, διότι το ωραίο βρίσκεται μόνον στην φανέρωσή του στα φαινόμενα. Τέλος πολλοί αναρωτήθηκαν μήπως η επίμονη κριτική που ασκώ σ'αυτές που θεωρώ ως αρνητικές πλευρές της συγχρόνου κοινωνίας, δεν οδηγεί τελικώς σε μία μορφή σκεπτικισμού ή ακόμη χειρότερα απαισιοδοξίας.
                Στην πραγματικότητα όμως θεωρώ πώς υπάρχουν πολλοί λόγοι για να είμαστε κριτικοί απέναντι στην σύγχρονη κοινωνία, στην οποία η διάλυση των παραδοσιακών δομών και η υπερβολική ανάπτυξη των κοινωνικών διαμεσολαβήσεων φαίνεται να έχουν καταστρέψει την ίδια δυνατότητα άμεσης επαφής ανάμεσα στους ανθρώπους. Υπάρχουν πολλοί λόγοι να είμαστε κριτικοί απέναντι σε μία κουλτούρα η οποία ανύψωσε την επιστημονική βεβαιότητα σε υπέρτατη αρχή και η οποία στηριζόμενη στους Φυσικούς νόμους και στους αμφίβολους νόμους της οικονομίας και της κοινωνιολογίας, θα ήθελε να μειώσει τα πάντα σε υπολογισμό, να διαλύσει κάθε αμφιβολία-και μ'αυτή κάθε άνοιγμα στην σχέση μας με την Φύση και την οργάνωση της κοινωνίας. Υπάρχει λόγος να είμαστε κριτικοί όταν βλέπουμε πόσο ριζωμένη και διεισδυτική έγινε αυτή η ιδέα, και με την βοήθεια ακόμη και των μέσων επικοινωνίας της μάζας.
                Παρ'όλα αυτά δεν είμαι απαισιόδοξος. Διότι πιστεύω πώς παραμένει σε μας η ικανότης να παίρνουμε τις αποστάσεις μας από αυτή την συμμόρφωση, την κοινοτυπία, η ικανότης να απελευθερωνόμαστε από την χειραγώγηση. Παραμένει μέσα στον άνθρωπο η ικανότης του στοχασμού γύρω από τις δικές του εμπειρίες της κοινωνίας και της ζωής, να τις αξιολογήσει με έναν αυτόνομο τρόπο και να μην τις συγκεντρώνει απλώς. Παραμένει με μία λέξη-εκείνη η ειδική ικανότης της ηθικής κρίσεως που είναι η Φρόνησις, με την αριστοτελική έννοια. Και ακούστε με προσεκτικά, δεν πιστεύω πώς αυτή η ικανότης απαιτεί ποιος ξέρει ποιο επίπεδο γνώσεων και σοφίας. Όχι, αυτή η ικανότης δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο (ίσως το αντίθετο) μίας διανοητικής Ελίτ, αλλά είναι μία κοινή αίσθηση, ένα κοινό αίσθημα καλύτερα, κάτι που ενώνει με στερεότητα τους ανθρώπους, και δεν μαθαίνεται οπωσδήποτε από την μάζα των πληροφοριών που δεχόμαστε, αλλά μπορεί να μας επιτρέψει να δεχθούμε τις πληροφορίες χωρίς να εξαρτώμεθα και να χειραγωγούμαστε.
                Να γιατί λοιπόν είμαι κριτικός, αλλά δεν είμαι απαισιόδοξος. Αναγνωρίζω πώς υπάρχουν πολλές αρνητικές πλευρές στην ανθρώπινη κατάσταση της εποχής μας, αλλά είμαι πεισμένος πώς η ανθρώπινη νοημοσύνη, η ανθρώπινη παιδεία (Bildung) , η οποία ζει στην ιστορία και στην παράδοση, στους θεσμούς και στις συμπεριφορές είναι πιο δυνατή από την άρνηση, και αυτό μου επιτρέπει να ζω με κάποια εμπιστοσύνη σε μία κοινωνία που διαθέτει ήδη όμως αυτά τα αρνητικά στοιχεία, τα τόσο απειλητικά που μπορώ να τά διακρίνω.
[Θα συνεχίσουμε με το σπουδαιότερο μέρος της αναλύσεως του, τόσο καυτό και για μας, με τον τίτλο: "ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΥΣ".]
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: