Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018

Τα χαρισματικά και τα κανονικά όρια της Εκκλησίας ήγουν Πεντηκοστή και θεία Ευχαριστία (2)

Συνέχεια από Κυριακή, 14 Ιανουαρίου 2018

ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΥ

1. Τα χαρισματικά και τα κανονικά όρια της Εκκλησίας

Στις ήμερες μας γίνεται λόγος για τα χαρισματικά και κανονικά όρια τής Εκκλησίας και για το εάν συμπίπτουν μεταξύ τους ή αν διακρίνωνται. Μερικοί θεωρούν ότι άλλο είναι τα χαρισματικά και άλλο είναι τα κανονικά όρια της Εκκλησίας. Προφανώς, κάνοντας λόγο για την προ και την μετά την ενανθρώπηση του Χριστού εποχή, συσχετίζουν αυτά με την εντός της Ορθοδόξου Εκκλησίας ζωή και την έκτος αυτής.

Ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ έχει γράψει ένα κείμενο με τίτλο: «Τα όρια της Εκκλησίας»[4]. Στο κείμενο αυτό ο π. Γεώργιος εξετάζει τις θέσεις τού αγίου Κυπριανού και του ιερού Αυγουστίνου σχετικά με την εισδοχή των αιρετικών στην Εκκλησία, και στη συνέχεια αναφέρεται στις απόψεις Ρώσων θεολόγων για το θέμα αυτό.

Μελετώντας το κείμενο αυτό, διαπιστώσαμε ότι ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ αναφέρεται στο θέμα «περί κανονικών και χαρισματικών ορίων της Εκκλησίας», αλλά δεν είναι απόλυτος. Αναφερόμενος στον άγιο Κυπριανό Καρχηδόνος, ο οποίος ταύτιζε τα «κανονικά όρια της Εκκλησίας» με τα «χαρισματικά της όρια», σε ένα σημείο γράφει: «Και δεν δυνάμεθα να καθορίσωμεν ούτε ν’ αναγνωρίσωμεν τα πραγματικά όρια της Εκκλησίας μόνον συμφώνως προς τας κανονικάς ενδείξεις ή τα ορόσημα. Πολλάκις τα κανονικά όρια δεικνύουν ωσαύτως και τα χαρισματικά όρια και παν ό,τι είναι δεδεμένον επί της γης είναι αλύτως δεδεμένον και εν τω ούρανω. Πολλάκις, αλλ’ όχι πάντοτε, πολλάκις ωσαύτως, αλλ’ όχι αμέσως. Εις το μυστηριακόν είναι της η Εκκλησία υπερβαίνει γενικώς τα κανονικά μέτρα. Δια τούτο μία κανονική ρήξις δεν σημαίνει πλήρες άμεσον μυστικόν κενόν»[5].

Ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ μελετά το θέμα «των ορίων της Εκκλησίας» με βαθύ σκεπτικισμό, εσωτερική αγωνία και έντονο προβληματισμό. Δεν είναι απόλυτος κρίνοντας τις απόψεις όσων ασχολήθηκαν με το θέμα, γι’ αυτό θέτει συνεχώς ερωτήματα, τα όποια θεωρούμε ότι δεν έχουν θέση σε επιστημονικά κείμενα και σε απηρτισμένες απόψεις.

Παρουσιάζοντας, για παράδειγμα, την άποψη του Ρώσου Μητροπολίτου Αντωνίου ότι οι αιρετικοί και σχισματικοί, καίτοι στερούνται σαφούς αντιλήψεως της εκκλησιαστικής χάριτος, εν τούτοις έχουν βάπτισμα, λειτουργία και ιεραρχία «διακρινόμενα εξωτερικώς, ολίγον της πράξεως της Εκκλησίας» και γι’ αυτό η Εκκλησία συγκαταβαίνοντας δεν τελεί σε αυτούς την εξωτερική πράξη του βαπτίσματος και «προσφέρει εις αυτούς την βαπτισματικήν χάριν με το δεύτερον μυστήριον», παρατηρεί: «Μεταφέρω το απόσπασμα τούτο μετ’ οδυνηράς εκπλήξεως»[6].

Επίσης, παρουσιάζοντας την άποψη του Χωμιακώφ ότι όλα τα Μυστήρια δύνανται να τελεσθούν οριστικώς μόνον στους κόλπους της Ορθοδόξου Εκκλησίας. «υπό ποίαν μορφήν τελούνται ταύτα, είναι δευτερεύον»˙ ότι «δια της συμφιλιώσεως (μετά της Εκκλησίας) το μυστήριον ανανεούται ή συμπληρούται» και «συνεπώς, ορατή επανάληψις του βαπτίσματος ή του χρίσματος παρ’ ότι μη απαραίτητος δεν ενέχει οπωσδήποτε τον χαρακτήρα σφάλματος», γράφει ότι ο Χωμιακώφ «είναι εις την περίπτωσιν ταύτην ανεπαρκώς συνετός», «η σκέψις του Χωμιακώφ διχάζεται», και πιο κάτω γράφει ότι «η “κατ’ οικονομία” ερμηνεία δεν αποτελεί διδασκαλίαν της Εκκλησίας. Δεν είναι ει μη προσωπική “θεολογική άποψις” πολύ μεταγενεστέρα και αμφισβητήσιμος, δημιουργηθείσα εις περίοδον θεολογικής παρακμής και εξ επειγομένης επιθυμίας να διακριθώμεν σαφώς από της ρωμαϊκής θεολογίας…»[7].

Σε άλλο σημείο, ενώ αναφέρει την άποψη του ιερού Αυγουστίνου ότι το Άγιον Πνεύμα αγιάζει και ενεργεί ακόμη και στα σχίσματα, αλλά δεν πραγματοποιείται η θεραπεία «εν τη αδυναμία και τη ισχυρογνωμοσύνη αυτών», συγχρόνως παρατηρεί: «Παρά ταύτα δεν είναι σαφές τίνι τρόπω η ενέργεια του Πνεύματος συνεχίζει πέραν των κανονικών όριων της Εκκλησίας». Και ερωτά: «Πώς τα μυστήρια είναι έγκυρα έξω της ενώσεως; Πρόκειται περί μυστηρίων «κλαπέντων», ευρισκομένων εις τας χείρας των κλεπτών;»[8].

Φαίνεται από όλη τη σκέψη τού π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ ότι δεν είναι σίγουρος και απόλυτος, όμως προβληματίζεται. Γι’ αυτό θεωρώ ότι όσοι ισχυρίζονται ότι ο Φλωρόφσκυ διδάσκει ότι τα χαρισματικά όρια της Εκκλησίας επεκτείνονται και έξω από τα κανονικά όριά Της, μάλλον επεκτείνουν αυθαίρετα πιο πέρα τη σκέψη του.

Έπειτα, εξετάζοντας ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ τις απόψεις του αγίου Κυπριανού Καρχηδόνος και του Ιερού Αυγουστίνου βρίσκει διαφορές και συμφωνίες μεταξύ τους. Γράφει ότι ο άγιος Κυπριανός κάθε σχίσμα θεωρεί δη «είναι έξοδος εκ της Εκκλησίας»[9] και «είχε δίκαιον», αφού «τα μυστήρια δεν τελούνται εγκύρως ει μη εντός της Εκκλησίας. Αλλ’ αυτό το “εντός” το πρoσδιώρισε εσπευσμένως και κατά τρόπον πολύ στενόν»[10]. Ακόμη σημειώνει ότι ο ιερός Αυγουστίνος «δεν απομακρύνεται πολύ του αγίου Κυπριανού», «δεν εσκόπευε να αναίρεση τον άγιον Κυπριανόν», «επαναλαμβάνει, κατ’ ουσίαν τον άγιον Κυπριανόν με άλλες λέξεις»[11], αλλά βλέπει το θέμα μέσα σε άλλη προοπτική».

Πάντως, ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ κρίνει και τις δυο απόψεις και καταλήγει να δεχθεί την άποψη του Ιερού Αυγουστίνου που έκανε τη διάκριση μεταξύ «“έγκυρότητος”» (ή της πραγματικότητας) του μυστηρίου και της αποτελεσματικότητός του. Τα μυστήρια των σχισματικών είναι έγκυρα, είναι πράγματι μυστήρια. Αλλά τα μυστήρια ταύτα παραμένουν ανενέργητα (non efficacia) εκ του γεγονότος του σχίσματος και εκ του χωρισμού˙ αλλ’ εκτός της αγάπης η σωτηρία είναι αδύνατος…»[12]. Παρά ταύτα, θεωρεί ότι η σύγχρονη ορθόδοξη θεολογία οφείλει να συνειδητοποιήση την παραδοσιακήν κανονικήν πραξιν της Εκκλησίας έναντι των αιρετικών και των σχισματικών και να την εξηγήση στηριζόμενη επί των γενικών βάσεων, αι οποίαι διετυπώθησαν ήδη υπό του αγίου Αυγουστίνου»[13].

Είναι όμως απαραίτητο να δούμε αυτήν την άποψη του π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ μέσα από δυο προοπτικές.

Η πρώτη προοπτική είναι ότι εξετάζει το όλο θέμα σε αναφορά προς το σχίσμα και την αίρεση, γράφοντας ότι «η Εκκλησία συνεχίζει εις τους σχισματικούς (ακόμη και εις τους αιρετικούς) την σωτηριώδη και αγιαστικήν ενέργειάν της. Δεν πρέπει ίσως να είπωμεν ότι οι σχισματικοί είναι ακόμη εντός της Εκκλησίας». Ακριβέστερα μπορεί να σημειωθή ότι «η Εκκλησία συνεχίζει να ενεργή και εις τους σχισματικούς, αναμένουσα την μυστηριώδη ώραν, κατά την όποιάν η σκληρυνθείσα καρδία θα υποχωρήση προ της θερμότητας της “προενεργούσης χάριτος” και η θέλησις ή η δίψα της καθολικής ενότητος θ’ αναβλύση εντός αυτής και θα την πυρπολήση. Το “κύρος” των μυστηρίων των σχισματικών αποτελεί μυστηριώδη εγγύησιν της επιστροφής των εις την καθολικήν πληρότητα και ενότητα…»[14].

Όμως, δεν υιοθετεί την «θεωρίαν των κλάδων». Εξαίροντας άρθρο του Κ. G. Turner γράφει ότι «εξάγεται αναμφιβόλως ότι δεν δυνάμεθα να υιοθετήσωμεν την περί κλάδων καλουμένην θεωρίαν εν τη Εκκλησία (“Churchbranch - theory”). H διαίρεσις του χριστιανικού κόσμου παρουσιάζεται εν τη θεωρία ταύτη κατά τρόπον υπερβαλλόντως ήρεμον και αισιόδοξον»[15]. «Εις την ουσίαν του το σχίσμα δεν είναι μόνον εις “κλάδος”˙ συνεπάγεται θέλησις αποσχίσεως, χωρισμού... Υπάρχει εις μυστηριώδης, έτι πλέον, αινιγματικός χώρος πέραν του κανονικού ορίου της Εκκλησίας, μυστήρια τελούνται, καρδίαι φλέγονται συχνάκις εκ πίστεως, εξ Αγάπης και ηρωικής δράσεως»[16].

Έτσι, βλέπει την άποψη περί κανονικών και χαρισματικών ορίων της Εκκλησίας πάντοτε ως προς τις αιρέσεις και τα σχίσματα, αλλά και τον χώρον που καλύπτουν οι αιρετικοί και σχισματικοί τον χαρακτηρίζει «μυστηριώδη» και «αινιγματικόν χώρον» και βλέπει το θέμα πάντοτε ως προς την επιστροφή των αιρετικών στην καθολική αλήθεια. Αυτό σημαίνει ότι δεν ομιλεί για το θέμα θεωρητικά και γενικά, αν υπάρχουν Μυστήρια εκτός της Εκκλησίας, και δεν δικαιολογεί το σχίσμα και την αίρεση των χριστιανικών ομάδων εκτός της Εκκλησίας, αλλά το βλέπει μέσα από την προοπτική της επιστροφής τους στην καθολική αλήθεια.

Η δεύτερη προοπτική, που είναι συνέπεια της πρώτης, είναι ότι ο π. Φλωρόφσκυ θέτει την άποψή του για τα κανονικά και τα χαρισματικά όρια της Εκκλησίας μέσα από την ακρίβεια και την οικονομία.
Αναφερόμενος στην ειλικρίνεια και την ευθύτητα ως προς την αναζήτηση των απολωλότων, γράφει: «Και όχι μόνον εις τον χώρον των δογματων, όπου η αδιάλλακτος αυτή “ακρίβεια”, η αυστηρότης και σαφήνεια, είναι απαραίτητος˙ διότι, άλλως, πώς θα ηδυνάμεθα να φθάσωμεν εις την ενότητα του πνεύματος;
Η ακρίβεια και η σαφήνεια είναι απαραίτητοι προ παντός εις την μυστικήν διάγνωσιν. Δια τούτο το ζήτημα των μυστηρίων των τελουμένων υπο των σχισματικών και των αιρετικών πρέπει να τεθή και να συζητηθή υπό την πλέον αυστηράν “ακρίβειαν”»[17].

Γράφοντας ακόμη για την οικονομία, ισχυρίζεται ότι η οικονομία «απαλύνει κάπως την εκκλησιαστικήν πειθαρχίαν, είναι είδος εξαιρέσεως εις το αυστηρόν δίκαιον (jus strictum) ή τον γενικόν κανόνα». Η «οικονομία» λειτουργεί ως «φιλανθρωπία», «ποιμαντική μέριμνα», «παιδαγωγική προοπτική», «ποιμαντική παιδαγωγία» «και η ποιμαντική παιδαγωγία είναι η οικονομία». Και μαλίστα επισημαίνει ότι «η αρχή της “οικονομίας” δεν θα ηδύνατο να εφαρμοσθή εις όλας τας δυσκολίας ή να ισχυρισθή ότι επιλύει αυτάς»[18].

Θέτει το ερώτημα εάν το θέμα των σχισματικών και των αιρετικών υπάγεται μόνον στην οικονομία, θεωρεί ότι υπάγεται στην οικονομία γιατί «πρόκειται περί της σωτηρίας πεπλανημενών ψυχών, περί επαναφοράς των εις την καθολικήν αλήθειαν, περί μεθόδων καταλλήλων δια να επανέλθουν “εις την επίγνωσιν της αλήθειας”»[19].

Επιμένει ότι στο θέμα αυτό απαιτείται να υπάρχη «πλήρης ειλικρίνεια και ευθύτης». Και παρατηρεί: «Ενταύθα πρόκειται, πράγματι, όχι τόσον περί ζητήματος δικαίου (questio juris) όσον περί ζητήματος πράξεως (questio facti), περί ενός θέματος μυστικής τάξεως, περί της μυστηριακής πραγματικότητος. Δεν πρόκειται τόσον περί “αναγνωρίσεως” όσον περί διαγνώσεως. Πρέπει να γνωρίζωμεν να διακρίνωμεν»[20].

Είναι σαφές ότι ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ δεν θέτει το θέμα των «Μυστηρίων» εκτός της Εκκλησίας στην προοπτική της ακρίβειας, ότι δηλαδή αναγνωρίζονται τα «Μυστήρια» στους σχισματικούς και αιρετικούς, αλλά στην προοπτική της διακρίσεως, της οικονομίας, η οποιά είναι ποιμαντική γι’ αυτούς που επιστρέφουν στην καθολική αλήθεια.

Από όλα αυτά φαίνεται ότι ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ περισσότερο προβληματίζεται για το θέμα, προσβλέποντας στην επιστροφή των «πέπλανημενών» στην καθολική αλήθεια.
Είναι χαρακτηριστικό ότι αναφέρει μία καινοφανή θεωρία του Αλέξη Χωμιακώφ, την οποία ακολούθησαν και μεταγενέστεροι Ρώσοι θεολόγοι από τους οποιους επηρεάσθηκαν άλλοι ορθόδοξοι θεολόγοι, ότι η Εκκλησία γνωρίζει μόνον τα δικά της όρια χωρίς να κρίνη την υπόλοιπη ανθρωπότητα, απλώς αναγνωρίζει τους υπόλοιπους Χριστιανούς «ως κεχωρισμένους»[21].

(συνεχίζεται)

Σημειώσεις
4. Φλωρόφσκυ Γ., «Τα όρια της Εκκλησίας», στο Το Σώμα του Ζώντος Χριστού (μία ορθόδοξος ερμηνεία της Εκκλησίας), εκδ. Πατριαρχικών Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1972, σελ. 129-148.
5. Ένθ. ανωτ., σελ. 132.
6. Ένθ’ ανωτ., σελ. 136.
7. Ένθ. ανωτ., σελ. 139-140.
8. Ένθ. ανωτ., σελ. 142-143.
9. Ένθ. ανωτ., σελ. 130.
10. Ένθ. ανωτ., σελ.131-132.
11.Ένθ. ανωτ., σελ. 130.
12 Ένθ. ανωτ., σελ. 141-442.
13. Ένθ. ανωτ., σελ. 145.
14. Ένθ’ άνωτ., σελ. 144.
15. Ένθ. ανωτ., σελ. 146.
16. Ένθ. ανωτ., σελ. 146.
17. Ένθ. ανωτ., σελ. 134-135.
18. Ένθ. ανωτ., σελ 134.
19. Ένθ. ανωτ., σελ. 134.
20. Ένθ. ανωτ., σελ. 135.

21. «Καθώς η επίγειος και ορατή Εκκλησία δεν είναι ακόμη το πλήρωμα και η τελείωσις του συνόλου της Εκκλησίας -πλήρωμα και τελείωσις στα όποια κατά τήν βουλήν του Θεού θα φανερωθούν κατά την ημέραν της εσχάτης Κρίσεως πάσης της δημιουργίας- η Εκκλησία αύτη ενεργεί και γνωρίζει μόνον εντός των ιδίων αυτής ορίων, χωρίς να κρίνη την υπόλοιπον ανθρωπότητα (κατά τον λόγον του αποστόλου Παύλου προς τους Κορινθίους), περιοριζομένη να αναγνωρίζη ως κεχωρισμένους, δηλ. ως μη ανήκοντας πλέον εις αυτήν εκείνους, οι οποιοι χωρίζονται μόνοι των απ’ αυτής. Όσον αφορά εις το υπόλοιπον μέρος της ανθρωπότητος, το όποιον είναι είτε ξένον προς την Εκκλησίαν, είτε συνδεδεμένον μετ’ αυτής δια δεσμών, τους οποίους ο θεός δεν ηθέλησε να της αποκαλύψη, το αναθέτει εις την ημέραν της Κρίσεως». Ένθ’ άνωτ., σελ. 146-147.

ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΜΕ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ. ΤΙΠΟΤΕ ΑΛΛΟ. 
ΣΤΗΝ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΗ ΨΥΧΗ ΤΟ ΘΕΙΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΔΕΝ ΕΞΑΛΕΙΦΕΤΑΙ ΚΑΙ ΔΙΑΤΗΡΕΙ ΤΟΝ ΠΟΘΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ. ΟΠΩΣ ΑΙΣΘΑΝΕΤΑΙ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΩΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΝΟ ΤΗΣ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΒΟΛΗΣ. 
ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ. 
ΑΠΕΧΕΙ ΟΜΩΣ ΠΟΛΥ ΑΥΤΗ Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΣΑΝ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΚΑΙ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΣΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ. ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΑΚΡΙΒΩΣ Ο ΙΣΤΟΡΙΚΙΣΜΟΣ. Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΗ Η ΕΝΩΤΙΚΗ. Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ ΗΔΗ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗ ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΡΩΜΑΝΙΔΗ. 
ΤΟ ΑΛΛΑ ΘΕΛΩ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΚΑΝΩ ΚΑΘΙΣΤΑΤΑΙ Η ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΙΑΠΛΟΚΗΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΟΧΙ Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ.

ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΠΗΡΑΝ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΟΥΣ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΠΗΡΑΝ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ. ΔΙΑΚΡΙΝΟΝΤΑΙ. 
Η ΑΙΡΕΣΗ ΠΡΟΣΛΑΜΒΑΝΕΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ. 
Η ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΔΕΝ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΟΥΤΕ ΓΛΩΣΣΑ ΟΥΤΕ ΠΝΕΥΜΑ ΙΚΑΝΑ ΠΡΟΣΛΗΨΕΩΣ Η ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΕΩΣ. 
ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΕ ΑΛΛΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΑΠΡΟΣΛΗΠΤΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ.

Αμέθυστος 

Δεν υπάρχουν σχόλια: