Πέμπτη 30 Απριλίου 2015

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης, Χριστιανικὴ ἐπανάστασις

Χριστιανικὴ ἐπανάστασις
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
ΜΕΓΑΛΗ εἶναι ἡ προθυμία τῶν συγχρόνων ἀνθρώπων νά ἀσχοληθοῦν μέ τά κοινά, νά πρωτοστατήσουν σέ κοινωνικούς ἀγῶνες, νά χτυπήσουν τήν ἀδικία καί τήν ἐκμετάλλευση καί γενικά νά κάνουν τόν κόσμο καλύτερο. Ὅλοι θέλουν νά γίνουν ἐπαναστάτες, ἀπό τούς ἀνώριμους μαθητές μέχρι τούς ἀριστερούς καί τούς παράξενους οἰκολόγους. Βάζουν ἕνα στόχο, χωρίς νά ἔχουν ξεκαθαρισμένο τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά τόν πετύχουν, καί ἀρχίζουν οἱ «ἀγῶνες».

Νομίζουν ὅτι μποροῦν νά κάνουν αὐτό πού σκέφτονται, μέ τόν τρόπο πού θέλουν, περιφρονώντας ὅλους ἐκείνους πού διαφωνοῦν μαζί τους. Μεταξύ τους οἱ «ἀγωνιστές» αὐτοί ἄλλοτε συμφωνοῦν καί ἄλλοτε μαχαιρώνονται. Τούς διακρίνει τό θράσος, ἡ ἔλλειψη σεβασμοῦ, ἡ καταπάτηση τῶν νόμων, οἱ αὐθαιρεσίες, ὁ ἐκφοβισμός, ἡ βία, ἡ νοθεία, ἡ ἀνυπαρξία ἤθους, ὁ προκλητικός τρόπος δράσης καί ὁ ἀνυπότακτος ἐγωισμός. Ὅλα αὐτά στηρίζονται στήν ἐσφαλμένη ἀντίληψή τους ὅτι στίς εὐγενικές, ἀνιδιοτελεῖς καί κοινωνικά ὠφέλιμες δραστηριότητές τους κανένας δέν μπορεῖ νά ἀντισταθεῖ, οὔτε φυσικά καί ἡ εὐνομούμενη κοινωνία. Ὅταν ἐμποδιστοῦν, δέν διστάζουν νά γίνουν θύτες, νά κάψουν ὁλόκληρες πόλεις, νά ἐξανεμίσουν ξένες περιουσίες καί νά καταργήσουν κάθε νομιμότητα.
Μέ τέτοιους ἀνθρώπους δέν πρόκειται ποτέ νά βελτιωθεῖ ἡ κοινωνία μας. Πάντα θά βαδίζει χωρίς φῶς καί χωρίς προσανατολισμό. Ἡ ἐπικίνδυνη ἀναταραχή δέν θά εἶναι σπάνιο φαινόμενο, γιατί ἁπλούστατα ἡ ἀσυνεννοησία καί ἡ κακοδαιμονία θά ὑπάρχει στίς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, ἀναφερόμενος στίς διάφορες ἐπαναστάσεις καί στούς ἐπαναστάτες, ἐπισημαίνει τά ἑξῆς: «Ἡ μόνη ἐπανάσταση πού κάνει τόν ἄνθρωπο πιό εὐγενικό εἶναι ἡ ἐπανάσταση τοῦ χριστιανισμοῦ. Κάθε ἄλλη ἐπανάσταση κάνει τόν ἄνθρωπο πιό ὠμό ἀπ᾿ ὅ,τι εἶναι. Συγκρίνετε τά πρόσωπα τά ὁποῖα δημιούργησε καί τόνισε ὁποιαδήποτε ἄλλη ἐπανάσταση στόν κόσμο μέ τά πρόσωπα, πού δημιούργησε ἡ χριστιανική ἐπανάσταση στήν ἱστορία καί θά σᾶς εἶναι ἀμέσως ὀφθαλμοφανής ἡ ἀνωτερότητα καί ἡ εὐγενική ὑπεροχή τῶν τελευταίων σέ σχέση μέ τούς πρώτους. Σχεδόν ὅλες οἱ ἄλλες ἐπαναστάσεις στόχευαν στό νά δημιουργοῦν ἀπό τούς ἀνθρώπους χορτασμένα ζῶα. Μόνο ἡ χριστιανική ἐπανάσταση στόχευε νά δημιουργήσει ἀπό τούς ἀνθρώπους πεινασμένους θεούς. Μακάριοι οἱ πεινασμένοι καί διψασμένοι γιά τή δικαιοσύνη».
Ὁ ἀληθινός χριστιανός εἶναι ὁ ἀθόρυβος, πλήν ἀποτελεσματικός, ἐπαναστάτης. Μέ τήν προσωπική του ζωή καί μέ τήν ὅποια δραστηριότητα, πού μπορεῖ νά ἀναπτύξει, διορθώνει τήν κοινωνία. Μέ τίς ἠθικές του ἀρχές ἐμποδίζει τούς ἀνήθικους, μέ τή δικαιοσύνη του καταπολεμεῖ τήν ἀδικία, μέ τήν ἐλεημοσύνη του περιορίζει τή φτώχεια, μέ τήν ἀγαθοποιΐα του ἀλλάζει τή μορφή τῆς κοινωνίας, μέ τίς θυσίες του ἀφυπνίζει τούς ράθυμους καί ἰδιοτελεῖς καί γενικά ὡς ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ φωτίζει τόν κόσμο. Μέ τόν τρόπο αὐτό πετυχαίνει περισσότερα ἀπό ὅσα πετυχαίνει ὁ ἐπαναστάτης τοῦ θορύβου καί τῆς βίας. Ἡ κοινωνία μας ἔχει ἀνάγκη ἀπό χριστιανούς ἐπαναστάτες, οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά τή βελτιώσουν.
Ορθόδοξος Τύπος, 1/5/2015

ΣΧΟΛΙΟ: Η διπλή φύσις τού ανθρώπου.
Ρωμ. 7,14                    οἴδαμεν γὰρ ὅτι ὁ νόμος πνευματικός ἐστιν· ἐγὼ δὲ σαρκικός εἰμι, πεπραμένος ὑπὸ τὴν ἁμαρτίαν.
Ρωμ. 7,14                    Διότι γνωρίζομεν ότι ο νόμος είναι πνευματικός, δώρον δηλαδή του Αγίου Πνεύματος, δια να εξυπηρετή την ιδικήν μας πνευματικήν ζωήν. Εγώ όμως είμαι δούλος της σαρκός, σαν πουλημένος σκλάβος υπό την κυριαρχίαν της αμαρτίας.
Ρωμ. 7,15                    ὃ γὰρ κατεργάζομαι οὐ γινώσκω· οὐ γὰρ ὃ θέλω τοῦτο πράσσω, ἀλλ᾿ ὃ μισῶ τοῦτο ποιῶ.
Ρωμ. 7,15                    Κυριευμένος και σκοτισμένος από το πάθος δεν γνωρίζω καλά αυτό το κακόν που πράττω. Διότι δεν πράττω αυτό το οποίον εσωτερικώς θέλω, αλλά κάμνω εκείνο το οποίον μισώ.
Ρωμ. 7,16                    εἰ δὲ ὃ οὐ θέλω τοῦτο ποιῶ, σύμφημι τῷ νόμῳ ὅτι καλός.
Ρωμ. 7,16                    Εάν δε, παρασυρόμενος από την εσωτερικήν μου αμαρτωλότητα και τους εξωτερικούς πειρασμούς, πράττω αυτό που δεν θέλω, τότε με την θέλησίν μου και αντίθετα προς τα έργα μου συμφωνώ με τον Νομον και ομολογώ ότι είναι καλός.
Ρωμ. 7,17                    νυνὶ δὲ οὐκέτι ἐγὼ κατεργάζομαι αὐτό, ἀλλ᾿ ἡ οἰκοῦσα ἐν ἐμοὶ ἁμαρτία.
Ρωμ. 7,17                    Τωρα δε δεν πράττω εγώ το κακόν, αλλά η αμαρτία, η οποία κατοικεί μέσα μου και με εξουσιάζει.
Ρωμ. 7,18                    οἶδα γὰρ ὅτι οὐκ οἰκεῖ ἐν ἐμοί, τοῦτ᾿ ἔστιν ἐν τῇ σαρκί μου, ἀγαθόν· τὸ γὰρ θέλειν παράκειταί μοι, τὸ δὲ κατεργάζεσθαι τὸ καλὸν οὐχ εὑρίσκω·
Ρωμ. 7,18                    Διότι γνωρίζω καλά ότι δεν κατοικεί μέσα μου, δηλαδή εις την διεφθαρμένην ανθρωπίνην φύσιν, το αγαθόν· αυτό δε φαίνεται καθαρά και εκ του γεγονότος, ότι το να θέλω μεν το καλόν είναι τούτο κοντά μου, το να πραγματοποιώ όμως το καλόν δεν το ευρίσκω κοντά μου και εύκολον.
Ρωμ. 7,19                    οὐ γὰρ ὃ θέλω ποιῶ ἀγαθόν, ἀλλ᾿ ὃ οὐ θέλω κακὸν τοῦτο πράσσω.
Ρωμ. 7,19                    Διότι δεν πράττω το αγαθόν, το οποίον εσωτερικώς με όλην μου την θέλησιν επιθυμώ, αλλά το κακόν, που δεν θέλω, αυτό πράττω.
Ρωμ. 7,20                    εἰ δὲ ὃ οὐ θέλω ἐγὼ τοῦτο ποιῶ, οὐκέτι ἐγὼ κατεργάζομαι αὐτό, ἀλλ᾿ ἡ οἰκοῦσα ἐν ἐμοὶ ἁμαρτία.
Ρωμ. 7,20                    Εάν δε εγώ πράττω το κακόν, που εις την πραγματικότητα δεν το θέλω, αυτό σημαίνει ότι δεν το πραγματοποιώ πλέον εγώ, αλλ' η αμαρτία, που κατοικεί μέσα μου και η οποία με έχει κάμει δούλον της.
Ρωμ. 7,21                    εὑρίσκω ἄρα τὸν νόμον τῷ θέλοντι ἐμοὶ ποιεῖν τὸ καλόν, ὅτι ἐμοὶ τὸ κακὸν παράκειται·
Ρωμ. 7,21                    Αρα ευρίσκω τον Νομον του Θεού βοηθόν και σύμφωνον με την θέλησίν μου, η οποία και θέλει να πράττω το καλόν. Δεν ημπορώ όμως να τηρήσω αυτόν, διότι υπάρχει κοντά μου και έντος μου το κακόν, η δύναμις της αμαρτίας.
Ρωμ. 7,22                    συνήδομαι γὰρ τῷ νόμῳ τοῦ Θεοῦ κατὰ τὸν ἔσω ἄνθρωπον,
Ρωμ. 7,22                    Διότι ευχαριστούμαι και ευφραίνομαι στον νόμον του Θεού με όλην μου την ψυχήν, την καρδίαν και τον νουν.
Ρωμ. 7,23                    βλέπω δὲ ἕτερον νόμον ἐν τοῖς μέλεσί μου ἀντιστρατευόμενον τῷ νόμῳ τοῦ νοός μου καὶ αἰχμαλωτίζοντά με ἐν τῷ νόμῳ τῆς ἁμαρτίας τῷ ὄντι ἐν τοῖς μέλεσί μου.
Ρωμ. 7,23                    Βλέπω όμως να κυριαρχή εις τα μέλη μου άλλος νόμος, η δύναμις της αμαρτίας, που αντιστρατεύεται και μάχεται όσα ο νους μου και η συνείδησις μου υποδεικνύουν ως ορθά, και με υποδουλώνει στον νόμον της αμαρτίας, ο οποίος κυριαρχεί εις την αμαρτωλήν ανθρωπίνην μου φύσιν.
Ρωμ. 7,24                    Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος! τίς με ῥύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;
Ρωμ. 7,24                    Δυστυχισμένος και ταλαιπωρημένος εγώ άνθρωπος! Ποιός θα με ελευθερώση και θα με γλυτώση από το σώμα τούτο, μέσα στο οποίον κυριαρχεί η αμαρτία και δια της αμαρτίας ο θάνατος;
Ρωμ. 7,25                    εὐχαριστῷ τῷ Θεῷ διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν· ἄρα οὖν αὐτὸς ἐγὼ τῷ μὲν νοΐ δουλεύω νόμῳ Θεοῦ, τῇ δὲ σαρκὶ νόμῳ ἁμαρτίας.
Ρωμ. 7,25                    Ευχαριστώ τον Θεόν, ο οποίος με ηλευθέρωσε και με έσωσε δια του Ιησού Χριστού, του Κυρίου ημών. Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι εγώ δουλεύω εις δύο κυρίους· με τον νουν και την συνείδησιν δουλεύω στον νόμον του Θεού, με τα μέλη όμως της σαρκός μου δουλεύω στον νόμον της αμαρτίας.
Αυτή είναι η χριστιανική πράξη.  Νά κατορθώσω νά κάνω αυτό πού θέλω κατά τόν έσω άνθρωπον. Δυστυχώς όμως σήμερα κάτω από τήν πίεση τής οργανωσιακής ιδεολογίας σάν πράξη νοείται η δράση. Καί σ' αυτήν τήν δράση χάθηκαν καί χάνονται οι αποτειχισμένοι παλαιοί καί νέοι.
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: